Τα τραπεζογραμμάτια και τα κέρματα ευρώ είναι χρήματα, όπως
επίσης το υπόλοιπο σε έναν τραπεζικό λογαριασμό, ή τα κινητά και ακίνητα
περιουσιακά στοιχεία. Σε τι πραγματικά όμως αναφερόμαστε όταν λέμε τη λέξη
χρήμα; Πώς δημιουργείται το χρήμα και από ποιον;
Η φύση των χρημάτων
έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου. Τα πρώτα χρήματα αποτελούσαν τα ίδια
τα αγαθά. Γινόταν δηλαδή εμπόριο ανταλλαγής αγαθών, αφού δεν υπήρχε τρίτος
φορέας προσδιορισμού της αξίας ενός προϊόντος ή υπηρεσίας. Αργότερα
δημιουργήθηκαν κανόνες με πέτρες, ή πολύτιμα μέταλλα, όπως ο χρυσός και το
ασήμι. Αρκετά αργότερα, και καθώς οι ανάγκες για συναλλαγές αυξάνονταν ραγδαία,
δημιουργήθηκε μία σειρά από αντιπροσωπευτικά τραπεζογραμμάτια, που μπορούσαν να
αντικαταστήσουν ένα συγκεκριμένο ποσό χρυσού ή αργύρου.
Οι σύγχρονες
οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της ζώνης του ευρώ, βασίζονται σε χρηματικά
ποσά. Πρόκειται για χρήματα που έχουν χαρακτηριστεί ως νόμιμο χρήμα και έχουν
εκδοθεί από μία κεντρική τράπεζα, αλλά, σε αντίθεση με τα αντιπροσωπευτικά
χρήματα, δε μπορούν να μετατραπούν π.χ. σε ένα σταθερό βάρος χρυσού. Το χαρτί
που χρησιμοποιείται για την έκδοση των τραπεζογραμματίων είναι εξαιρετικά
μικρής αξίας, ωστόσο το ποσό που αναγράφεται είναι από όλους αποδεκτό.
Να σημειωθεί ωστόσο, πως οι άνθρωποι εμπιστεύονται την κεντρική τράπεζα για να διατηρεί σταθερή την αξία του χρήματος με την πάροδο του χρόνου. Εάν οι κεντρικές τράπεζες αποτύχουν σε αυτό το εγχείρημα, τότε χάνεται η πραγματική ονομαστική αξία όπως και η ασφάλεια του κατόχου του χρήματος. Ενδεικτικά, σε μία οικονομική κρίση, ή όταν υπάρχει εξαιρετικά μεγάλος πληθωρισμός, όπως στην Ελλάδα του 1940-1945, όπου στην αρχή της περιόδου κυκλοφορούσαν 11.2 δισ. δραχμές, και στο τέλος της πάνω από 604,570,000 δισ. δραχμές (η τιμή της χρυσής λίρας από 1,000 δραχμές το 1940 έφτασε τις 1.5 δισ. δραχμές το 1944). Εκείνη την περίοδο δηλαδή, τα χρήματα έχασαν τη γενική αποδοχή τους ως μέσο ανταλλαγής και την ελκυστικότητά τους ως μέσο αποθήκευσης αξίας.
Συνεχίζοντας, το
σημερινό νόμισμα μπορεί επίσης να υπάρχει ανεξάρτητα από τη φυσική παράσταση
(κέρματα και τραπεζογραμμάτια). Τα χρήματα μπορούν να υπάρχουν σε έναν
τραπεζικό λογαριασμό με τη μορφή λογιστικής εγγραφής. Τα ψηφιακά μετρητά ή το
ηλεκτρονικό χρήμα είναι η χρηματική αξία που αποθηκεύεται σε μία πλαστική ή και
άυλη κάρτα, ή στις μέρες μας και σε ένα smartphone, για παράδειγμα. Οι άμεσες
χρεώσεις με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες, οι πληρωμές μέσω διαδικτύου, άλλοι
μέθοδοι όπως η χρήση PayPal, είναι όλες μέθοδοι πληρωμής που δεν περιλαμβάνουν
μετρητά. Υπάρχουν και ψηφιακά νομίσματα όπως το Bitcoin, το οποίο όμως δε
θεωρείται νόμιμο νόμισμα, και συνεπώς ο κάτοχός του αναλαμβάνει πλήρως την
ευθύνη για την αποθήκευση αξίας σε αυτό.
Όσον αφορά το ευρώ
ως νόμισμα, κεντρικό ρόλο στην παραγωγή του έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
(ΕΚΤ), η οποία λειτουργεί ως τράπεζα για τις εμπορικές τράπεζες και αυτός είναι
και ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζει τη ροή χρημάτων και πιστώσεων στην οικονομία
για την επίτευξη σταθερών τιμών. Οι εμπορικές τράπεζες, με τη σειρά τους,
μπορούν να δανειστούν χρήματα, δηλαδή αποθέματα κεντρικών τραπεζών, από την
ΕΚΤ. Το κύριο εργαλείο της ΕΚΤ για τον έλεγχο της ποσότητας των
"εξωτερικών" χρημάτων και, συνεπώς, της ζήτησης αποθεμάτων κεντρικών
τραπεζών από τις εμπορικές τράπεζες, είναι η τιμή του βραχυπρόθεσμου επιτοκίου,
ή αλλιώς το "κόστος του χρήματος".
Ακόμα, οι εμπορικές
τράπεζες μπορούν επίσης να δημιουργήσουν τα λεγόμενα "εσωτερικά"
χρήματα όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ΕΚΤ, δηλαδή τραπεζικές καταθέσεις, και
αυτό συμβαίνει κάθε φορά που εκδίδουν νέο δάνειο. Η διαφορά μεταξύ του
εξωτερικού και του εσωτερικού χρήματος είναι ότι το πρώτο είναι πλεονέκτημα για
την οικονομία ως σύνολο, αλλά δεν υποκύπτει σε κανέναν. Το εσωτερικό χρήμα
είναι εκείνο που υποστηρίζεται από την ιδιωτική πίστωση. Έτσι, εάν όλες οι
απαιτήσεις των τραπεζών σε ιδιωτικούς οφειλέτες πρόκειται να διευθετηθούν, τα
εσωτερικά χρήματα που δημιουργούνται θα αντιστραφούν στο μηδέν.
Τέλος, μόνο οι
εθνικές κεντρικές τράπεζες εκδίδουν φυσικά τραπεζογραμμάτια ευρώ. Η
"εκτύπωση χρημάτων" είναι ο λεγόμενος όρος για το πρόγραμμα αγοράς
στοιχείων ενεργητικού της ΕΚΤ, μία μορφή "ποσοτικής χαλάρωσης". Με
την αγορά περιουσιακών στοιχείων στη χρηματοπιστωτική αγορά, η ΕΚΤ δημιουργεί
πρόσθετα αποθέματα κεντρικών τραπεζών που μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των
επιτοκίων που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις προκειμένου να
στηρίξουν την οικονομία. Η ΕΚΤ δεν εκτυπώνει πραγματικά τραπεζογραμμάτια αλλά
δημιουργεί χρήματα ηλεκτρονικά, τα οποία πιστώνονται στον πωλητή ή στον
ενδιάμεσο, π.χ. εμπορική τράπεζα. Ο πωλητής μπορεί στη συνέχεια να
χρησιμοποιήσει την πρόσθετη ρευστότητα για να αγοράσει άλλα περιουσιακά
στοιχεία ή, σε περίπτωση εμπορικής τράπεζας, να προχωρήσει σε πίστωση στην
πραγματική οικονομία (δάνεια). Έτσι με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται η
απαραίτητη ροή χρημάτων.
0 comments:
Post a Comment