Με τον όρο mobbing (από την αγγλικό ρήμα «mob» που σημαίνει επιτίθεμαι, περικυκλώνω, ενοχλώ) εννοείται η ηθική παρενόχληση εργαζομένων στο χώρο εργασίας τους. Είναι δηλαδή κάθε καταχρηστική συμπεριφορά που εκδηλώνεται με λόγια, πράξεις, γραπτά μηνύματα, και μπορεί να ζημιώσει την προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια, ή τη σωματική, ή ψυχική ακεραιότητα του ατόμου, να θέσει σε κίνδυνο την εργασία του, ή να διαταράξει το εργασιακό κλίμα.
Η ηθική παρενόχληση στο χώρο εργασίας παίρνει τη μορφή ταπεινωτικής συμπεριφοράς, άνισης μεταχείρισης, προσβολών, απομόνωσης, εξώθησης σε σφάλματα, απειλών, άσκησης ψυχολογικής βίας, ανάθεσης υπερβολικού όγκου εργασίας σε συνδυασμό με κακόβουλα σχόλια για την δήθεν ελλιπή απόδοση, τοποθέτησης σε θέση «ψυγείο» χωρίς καθήκοντα και αντικείμενο εργασίας κ.α..
Θύμα ηθικής παρενόχλησης μπορεί να πέσει κάθε εργαζόμενος. Το mobbing προκαλείται είτε από τους εργοδότες, είτε και από εργαζόμενους σε βάρος άλλων εργαζομένων. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι εκδήλωσης της ηθικής παρενόχλησης, μεταξύ των οποίων:
(α) η κάθετη από προϊστάμενο προς υφιστάμενο (που είναι η πιο συνήθης μορφή). Ο προϊστάμενος χρησιμοποιεί την εξουσία του και επιβάλλεται, οι δε εργαζόμενοι τον ανέχονται από φόβο,
(β) η παρενόχληση μεταξύ συναδέλφων, φαινόμενο που μπορεί να οφείλεται σε προσωπικές εμπάθειες, στον ανταγωνισμό κ.τ.λ..,
(γ) η παρενόχληση, αντίστροφα, από υφιστάμενο, ή ομάδα υφισταμένων, προς προϊστάμενο (η οποία συναντάται σπανίως).
Αντιμετώπιση του φαινομένου
Η πρόληψη του φαινομένου, με την επιμόρφωση και ενημέρωση των εργαζομένων και των εργοδοτών, για τους τρόπους αντιμετώπισής του, πρέπει να γίνει κύριο μέλημα όλων των παραγόντων του εργασιακού βίου στην Ελλάδα. Οι επιχειρήσεις, εσωτερικά, πρέπει να δημιουργήσουν διαδικασίες αντιμετώπισής του. Στην πράξη το θύμα συστηματικής ηθικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας πρέπει καταρχήν να προσπαθήσει να αντιδράσει άμεσα και να λάβει ψυχολογική και νομική στήριξη.
Το θύμα θα πρέπει, εάν τούτο είναι εφικτό, να αναφερθεί άμεσα στον εργοδότη του (π.χ. Διεύθυνση Προσωπικού), στον ιατρό εργασίας, ή την συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης στην οποία ανήκει, προκειμένου να λάβει βοήθεια. Επίσης δύναται να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, ή ακόμη και να προσφύγει στα πολιτικά δικαστήρια, ζητώντας με αγωγή αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης.
Περαιτέρω, η παράλειψη του εργοδότη του να λάβει μέτρα κατά της ηθικής και ψυχολογικής παρενόχλησής του ή να την εμποδίσει, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποτελέσει μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του. Επιπλέον ο εργαζόμενος δύναται, υπό προϋποθέσεις, έως ότου ο εργοδότης άρει τις παράνομες προσβολές της ηθικής και ψυχολογικής παρενόχλησής του, να ασκήσει, υπό τους περιορισμούς βέβαια του άρθρου 281 Α.Κ., το δικαίωμα που του παρέχει το άρθρο 325 Α.Κ. ήτοι να ασκήσει το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας του, αρνούμενος την εκπλήρωση της δικής του παροχής, απέχοντας από την εργασία του, ώσπου ο εργοδότης να εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει.
Σε περίπτωση που τελικά η ηθική και ψυχολογική παρενόχληση του εργαζόμενου οδηγήσει σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, η καταγγελία αυτή μπορεί να ελεγχθεί με βάση το άρθρο 281 Α.Κ.. ήτοι να κριθεί εάν είναι άκυρη και καταχρηστική. Τέλος πέρα από τα ανωτέρω δικαιώματά του, που άπτονται ή προέρχονται από το Αστικό Δίκαιο, ο εργαζόμενος -θύμα mobbing δύναται να ζητήσει και την ποινική τιμωρία του θύτη με βάση διατάξεις του Ποινικού Δικαίου (εξύβριση, κ.ά.).
Σε νομοθετικό επίπεδο η ηθική παρενόχληση εμπίπτει στις διατάξεις των νόμων 4443/2016, 4097/2012, 3896/2010, 3769/2009 και 3304/2005, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει ειδικότερη συνολική ρύθμιση για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η Γ.Σ.Ε.Ε. έχει ήδη ζητήσει, στο πλαίσιο συνεδρίου της, ενσωμάτωση διατάξεων σχετικά με το mobbing στην Ε.Γ.Σ.Σ.Ε..