Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2019
έλαβε ποσοστό 39.85% που αντιστοιχεί σε 158 έδρες και συνεπώς κατέκτησε την
απαιτούμενη αυτοδυναμία ώστε να εκλεγεί ο νέος πρωθυπουργός της χώρας. Οι προγραμματικές
του δηλώσεις στη Βουλή είναι ιστορικές, αφού αυτές πραγματοποιούνται τριάντα
(30) χρόνια μετά τις προγραμματικές του πατέρα του, το 1989.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (1918-2017), τριάντα (30) χρόνια πριν, δεν
είχε καταφέρει να αποκτήσει την αυτοδυναμία, καθώς στις εκλογές της 18ης
Ιουνίου 1989 παρά το ποσοστό του 44.28% έλαβε μόλις 145 έδρες, αναγκάζοντας τη
Νέα Δημοκρατία να συνεργαστεί με το Συνασπισμό του Φλωράκη και να σχηματίσει
την κυβέρνηση Τζαννετάκη, έως τις επόμενες εκλογές μετά από λίγους μήνες.
Ο Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας, ιδρύθηκε
το 1989 ως εκλογική συμμαχία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ), της
Ελληνικής Αριστεράς, και άλλων κομμάτων του κεντροαριστερού χώρου. Το 1991
έγινε ένα ενιαίο κόμμα, ενώ το 2013 διαλύθηκε, αφού ήδη από την ίδρυση του
Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ) το 2004, και την ανάληψη της
προεδρίας από τον Αλαβάνο, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο κύριος εκφραστής της Αριστεράς στη
χώρα. Ακολούθως, ο νεότερος αρχηγός πολιτικού κόμματος στην ιστορία της χώρας,
ο 33χρονος (τότε) Τσίπρας, ανέλαβε το 2008 να οδηγήσει το κόμμα στην εξουσία,
κάτι που πέτυχε το 2015, αφότου αναγκάστηκε να συνεργαστεί με το δεξιό κόμμα
Ανεξάρτητοι Έλληνες του Καμμένου, για να γίνει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Τα παραπάνω έχουν σημασία, αφού ο πατέρας Μητσοτάκης είχε συνεργαστεί με
την Αριστερά για να σχηματίσει κυβέρνηση, ενώ ο γιος Μητσοτάκης την είχε πολιτικά
αντίπαλο, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ ενσωμάτωσε πλέον τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ και διατηρεί
υψηλή θέση (ακόμα) στο νέο αυτό δικομματισμό στην Ελλάδα.
Τότε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχε πολιτικό αντίπαλο τον Ανδρέα
Παπανδρέου (1919-1996) και το μεγάλο σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ. Στις δύο εκλογικές
αναμετρήσεις του 1989 (Ιουνίου και Νοεμβρίου) δεν κατάφερε να κερδίσει την
αυτοδυναμία, το πέτυχε όμως σε αυτές της 9ης Απριλίου του 1990.
Στις πρώτες του δηλώσεις εντός βουλής, στις 7 Ιουλίου 1989, άρχισε την ομιλία του λέγοντας «είναι ανάγκη να καταλάβουμε ότι σ’ αυτή την Αίθουσα πρέπει να γίνεται διάλογος. Κατά κόρον λέμε να γίνεται διάλογος με επιχειρήματα ακόμη και στις εκλογές, ακόμη και στα μπαλκόνια. Αλίμονο, αν δεν μπορούμε να κάνουμε διάλογο με επιχειρήματα ακόμα και στην Αίθουσα αυτή.».
Συνέχισε αναφερόμενος στο εκλογικό αποτέλεσμα και τη μη ύπαρξη
αυτοδυναμίας, λέγοντας ότι οι εκλογές αυτές «είχαν βαρύτατες τυπικές ανωμαλίες»,
καθώς σε πάνω από 1,000 τμήματα δεν υπήρχαν δικαστικοί αντιπρόσωποι. Η ενίσχυση
του πρώτου κόμματος το 1981 και το 1985, είχε δώσει αυτοδυναμία στο ΠΑΣΟΚ, κάτι
που σαφώς ήθελε και ο Μητσοτάκης.
Ακόμα, ένα από τα σημαντικότερα θέματα που έθιξε ήταν σχετικά με το
κομματικό κράτος. Η κυβέρνηση πρέπει «να αποκομματικοποιήσει τη σημερινή διοίκηση
και γενικότερα τους κρατικούς μηχανισμούς» ανέφερε χαρακτηριστικά. Στη
συνέχεια, και έπειτα από διαμάχη με τον Θεόδωρο Πάγκαλο του ΠΑΣΟΚ, ο Μητσοτάκης
κλήθηκε να απαντήσει για την περικοπή των συντάξεων, ενώ σειρά πήραν οι
συγκρούσεις για διάφορα πολιτικά αδικήματα.
Την επόμενη ημέρα, ο Μητσοτάκης είπε χαρακτηριστικά: «Εγώ πάντα απορούσα, είναι ποτέ δυνατόν ένα μεγάλο Κόμμα, ένα λαϊκό κίνημα -διότι όντως είσθε λαϊκό κίνημα- το ΠΑΣΟΚ να καταλήξει να συρρικνωθεί στα περιορισμένα όρια του αυριανισμού και του τομπρισμού; Είχα πάντα την ελπίδα, ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θα καταλάβαινε όχι μόνο το χρέος το εθνικό να μην αφήσει να πέσει στη λάσπη ο δημόσιος βίος, αλλά και το προσωπικό πολιτικό του όφελος σαν Κυβέρνηση τότε και σαν Αρχηγός ενός μεγάλου Κόμματος, να μην αφήσει το Κόμμα του να ταυτιστεί μ’ αυτήν την πολιτική. Διότι από εδώ και πέρα αφεύκτως, με μοιραία αναγκαιότητα θα συρρικνωθεί στα πλαίσια ενός μικρού Κόμματος.».
Από την
αναγκαία διαδικασία της κάθαρσης όπως το ανέφεραν, το ΠΑΣΟΚ τελικά διένυσε άλλη
μία μεγάλη περίοδο ακμής υπό τον Σημίτη, για να καταλήξει στη βαθιά συρρίκνωση
στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, εκεί που προφητικά είχε αναφερθεί ο
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Συνολικά, πέρασαν τόσες δεκαετίες, και ακόμα οι
πολιτικοί εμπλέκονται σε υποθέσεις δικαστικού ενδιαφέροντος, και βέβαια ούτε
λόγος περί κάθαρσης. Και ο κύκλος συνεχίζεται.
0 comments:
Post a Comment