(Economistmk)
- Δημοσίευμα του «The Economist»
(9.6), επαναφέρει στο προσκήνιο ένα άρθρο, από το μακρινό 1920. Τότε, σύμφωνα
με το αρχείο, το μείζον πρόβλημα της βιομηχανίας, ήταν οι χαμηλές αμοιβές των
τραπεζικών στελεχών.
Το συγκεκριμένο
κείμενο επανήλθε, καθώς εντός του Ιουνίου ανακοινώθηκε από τη Βρετανική Τράπεζα
TSB, πως θα μειώσει
σημαντικά το κενό μεταξύ της αμοιβής ενός απλού τραπεζικού υπαλλήλου, και ενός
διευθύνοντος συμβούλου (chief executive).
Πλέον, σύμφωνα με το τραπεζικό ίδρυμα, ένα στέλεχος διοίκησης θα μπορεί να
λαμβάνει αμοιβές, το πολύ 65 φορές μεγαλύτερες από τον κατώτατο μισθό.
Η απόφαση αυτή,
επέφερε αρκετές διαφωνίες, καθώς αμφισβητείται έντονα το κατά πόσο θα
ανταμειφθεί σωστά το στέλεχος, για την πραγματική εργασία που προσέφερε.
Πιστεύεται πως τα στελέχη θα παραμείνουν υψηλά αμειβόμενα, παρά το γεγονός ότι
το ευρύτερο κοινό εργατών, ακόμα και οι πολιτικοί, λαμβάνουν πολύ μικρότερα
ποσά. Η τράπεζα σε κάθε περίπτωση υποστήριξε την απόφασή της, λέγοντας πως
πρόκειται για μία δίκαιη και ισορροπημένη κατάσταση, διατηρώντας τόσο τις
σωστές βάσει απόδοσης αμοιβές για έναν CE, όσο και τα εκείνα τα στοιχεία που θα παρακινήσουν το υπόλοιπο
εργατικό δυναμικό.
Ο παραπάνω προβληματισμός, ήταν αντικείμενο δημοσίευσης, στις 23 Οκτωβρίου 1920, από την ακριβώς αντίθετη όμως πλευρά. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ως συνέπεια τη μεταβολή των συνθηκών που επικρατούσαν όχι μόνο όσον αφορά ένα στέλεχος, όσο στη γενικότερη επιχειρηματική κοινότητα.
Η ζωτική σημασία
της ανάπτυξης και της ενθάρρυνσης της προσωπικότητας και της πρωτοβουλίας των
επιτελείων ούτε καν φαίνεται να αναγνωρίζονται επαρκώς από τις τράπεζες. Το
σύστημα υπό το οποία εκπαιδεύονται οι υπάλληλοι, είναι πολύ κατώτερο των
περιστάσεων. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στον οργανισμό, με αποτέλεσμα το καλύτερο
που μπορεί να περιμένει ένας νέος, είναι να αισθάνεται απλά σαν ένα γρανάζι
στον τροχό, έως ότου στα πλαίσια της αυτοάμυνας, είτε κατασταλεί η ατομικότητά
του, είτε αναζητήσει τρόπους έκφρασης σε άλλους τομείς.
Εν κατακλείδι, οι managers για
παράδειγμα, επιλέγονταν υπό το πρίσμα ενός συνόλου από συγκεκριμένα πρότυπα, τα
οποία περιόριζαν τις επιλογές τους. Αυτή η αρχή της τυποποίησης γινόταν όλο και
πιο έντονη. Υπό αυτές τις συνθήκες, το επάγγελμα του τραπεζικού, ήταν ολοένα
και πιο ανεπιθύμητο. Η ανταμοιβή, η αναγνώριση, η πρωτοτυπία και η πρόοδος ήταν
έννοιες δυσεύρετες. Το έως τότε τραπεζικό σύστημα, ενθάρρυνε το στέλεχος να
λειτουργεί ως ένα μηχάνημα. Αντίθετα, το νέο σύστημα που διαμορφωνόταν, ήθελε
άντρες με νοημοσύνη, που θα ξέρουν πώς θα ενεργούν, λαμβάνοντας τις ανάλογες
αμοιβές.
0 comments:
Post a Comment