Σύμφωνα με τα ευρήματα νέας έρευνας της Τράπεζας της
Ελλάδος, που περιλαμβάνονται στην επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού
Συστήματος στο τρίτο τρίμηνο του 2016, το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 107.6 δισ. ευρώ και το σύνολο των ανοιγμάτων ανήλθε
σε 238 δισ. ευρώ. Ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των
ανοιγμάτων κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2016 παρουσιάζει μικρή
αύξηση αγγίζοντας το 45.1%, έναντι 44.2% στο τέλος του 2015, ενώ οι συνολικές
καταθέσεις στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι μόλις στα 147 δισ. ευρώ.
Από την επί μέρους
ανάλυση των κόκκινων δανείων προκύπτει ότι πολύ υψηλά ποσοστά μη
εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους της εστίασης (76.3%),
των αγροτικών δραστηριοτήτων (62.7%), των τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής και
ενημέρωσης (58.4%), της μεταποίησης (53.2%) και των κατασκευών (52.8%), ενώ τα
χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (3.7%),
της δημόσιας διοίκησης (7%), των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (27%) και της
ναυτιλίας (30.9%).
Τα παραπάνω στοιχεία από μόνα τους αποδεικνύουν την κρισιμότητα της Ελληνικής οικονομίας, η οποία αδυνατεί να ξεφύγει από τη συνεχόμενη μείωση της διαπραγματευτικής της ισχύος. Την ίδια στιγμή, δημοσιεύματα αναφέρουν ότι η πτώση των επιτοκίων μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το 2008 έχει μειώσει δραστικά το κόστος του χρέους για τη Γερμανία, η οποία σύμφωνα με στοιχεία της Bundesbank, μόνο για το 2016 εξοικονόμησε 47 δισ. ευρώ. Το 2007, η γερμανική κυβέρνηση πλήρωνε στους επενδυτές τόκο 4.23% για νέο χρήμα. Το 2016 ωστόσο, οι τόκοι υποχώρησαν στο 2.05%. Έτσι, τα χρόνια της κρίσης έχει εξοικονομήσει 240 δισ. ευρώ σε πληρωμές τόκων για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.
Είναι επομένως
λογικό στην Ελλάδα η πλειοψηφία να αισθάνεται ένα κλίμα αδικίας και δυσφορίας,
ίσως και οργής από όσους δε μπορούν να συγκρατηθούν. Όμως, οι τελευταίοι είναι
ταυτόχρονα εκείνοι, που την πρώτη δεκαετία του ευρώ αλλά και νωρίτερα έλαβαν
πληθώρα δανείων και επιχορηγήσεων, τα οποία δεν αποταμίευσαν, ούτε επένδυσαν
ορθά. Έτσι, φθάνουμε σήμερα, όπου ο κλασικός αποταμιευτής της Ευρώπης, που
ονομάζεται μέση Γερμανική αντίληψη, μπορεί να απολαμβάνει χρηματοοικονομικές
ελαφρύνσεις, που απορρέουν από την οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα
τελευταία 10 χρόνια.
Όπως άλλωστε
ανακοίνωσε και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στο τελευταίο
εβδομαδιαίο δελτίο που εκδόθηκε, στην Ελλάδα η αποταμίευση των νοικοκυριών
παραμένει αρνητική, δηλαδή ο μέσος Έλληνας ξοδεύει περισσότερα από το εισόδημά
του, συνήθως μέσω ρευστοποίησης περιουσίας. Ακόμα, η αστάθεια των εφαρμοζόμενων
πολιτικών, οι φορολογικοί συντελεστές, η γραφειοκρατία, και η πρόσβαση σε
χρηματοδότηση είναι τα κυριότερα προβλήματα, σε συνδυασμό με την κυβερνητική
αστάθεια, τη διαφθορά, και τις εργασιακές ρυθμίσεις. Αν και υπάρχουν θετικά
σημάδια κατά της μαύρης αγοράς, όπως το ότι στην αγορά υπάρχουν πάνω από 14.6
εκατομμύρια κάρτες πληρωμών (χρεωστικές, πιστωτικές, κ.ο.κ.), εντούτοις η
κατάσταση παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη.
0 comments:
Post a Comment